Ηθελημένη ανάληψη κινδύνου.

Το δόγμα (doctrine) Volenti non fit injuria (ηθελημένη ανάληψη κινδύνου), χρησιμοποιείται απο Εναγόμενους σε αγωγές για το αστικό αδίκημα της αμέλειας (negligence), ως υπεράσπιση. Αυτή η υπεράσπιση, εάν πετύχει, απαλλάσσει τον εναγόμενο εξ ολοκλήρου από οποιαδήποτε ευθύνη εναντίον του Ενάγοντα.

Το δόγμα Volenti non fit injuria δέν πρέπει να συγχέεται με την συντρέχουσα αμέλεια (contributory negligence), που υπάρχει όταν ο Ενάγοντας συνέβαλε στην ζημιά που υπέστη επειδή δέν έλαβε τα εύλογα αναγκαία μέτρα για την δική του ασφάλεια ή/και για να αποτρέψει την ζημιά/βλάβη.

Το volenti non fit injuria, λειτουργεί ως υπεράσπιση απαλλάσσοντας τον Ενάγοντα απο ευθύνη για αμέλεια, ενώ απο την άλλη η συντρέχουσα αμέλεια απλώς μειώνει το ποσό των αποζημιώσεων που ο Ενάγοντας δύναται να λάβει απο τον Εναγόμενο.

Όπως γνωρίζουμε, σε αγωγή για αμέλεια ο Ενάγοντας θα πρέπει να αποδείξει στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων τα ακόλουθα:

Α. Ύπαρξη καθήκοντος επιμέλειας(duty of care) απο τον Εναγόμενο προς τον Ενάγοντα (Donoghue v Stevenson [1932] A.C. 562),

B. Παράβαση του καθήκοντος επιμέλειας απο τον Εναγόμενο (επειδή απέτυχε να επιδείξει εύλογη επιμέλεια),

Γ. Πρόκληση ζημιάς στον Ενάγοντα συνεπεία της παράβασης του καθήκοντος επιμέλειας (και η ζημιά να μήν είναι απομεμακρυσμένη-remote).

Σύμφωνα με το άρθρο 59 του Περι Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 113, ώς έχει τροποποιηθεί:

«Σε αγωγή πoυ εγείρεται για αστικό αδίκημα συvιστά υπεράσπιση τo ότι o εvάγovτας είχε γvώση και αvτίληψη ή πρέπει vα θεωρηθεί τo έχει γvώση και αvτίληψη της κατάστασης πραγμάτωv πoυ πρoκαλεί τη ζημιά και ότι εκoύσια εξέθεσε τov εαυτό τoυ ή τηv ιδιoκτησία τoυ σε αυτή: Νoείται ότι oι διατάξεις τoυ άρθρoυ αυτoύ δεv εφαρμόζovται σε αγωγή πoυ εγείρεται για αστικό αδίκημα, αv τo αδίκημα αυτό oφειλόταv στη μη εκπλήρωση υπoχρέωσης πoυ επιβάλλεται στov εvαγόμεvo από oπoιoδήπoτε voμoθέτημα:Νoείται περαιτέρω ότι παιδί πoυ δεv συμπλήρωσε τo δωδέκατo έτoς της ηλικίας τoυ δεv θεωρείται ικαvό vα έχει γvώση ή αvτίληψη τέτoιας κατάστασης πραγμάτωv ή vα εκθέτει εκoύσια τov εαυτό ή τηv ιδιoκτησία τoυ σε αυτή» (η υπογράμμιση είναι δική μου).

H υπεράσπιση του volenti non fit injuruia μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο όπου ο Ενάγοντας ελεύθερα και εκούσια, με πλήρη γνώση της φύσης και της έκτασης του κινδύνου, συμφώνησε να θέσει τον εαυτό του σε αυτόν ή/και εξέθεσε τον εαυτό του σε αυτόν και παραιτήθηκε απο το όποιο δικαίωμα του να προβεί σε αξιώσεις για αποζημιώσεις εναντίον του Εναγόμενου για την ζημιά ή/και βλάβη ή/και τραυματισμό που έχει υποστεί.

Για παράδειγμα, αυτό ισχύει συνήθως σε αθλητικούς αγώνες (competitive sport), όπου οι αθλητές που λαμβάνουν μέρος στον αγώνα θεωρούνται ότι συγκατατέθηκαν στον κίνδυνο που εύλογα αποτελεί μέρος του αγώνα (inherent risk) (βλέπετε Condon v Basi [1985] 1 WLR 866) αλλά και σε περιπτώσεις όπου κάποιος αποδέχεται να είναι επιβάτης σε όχημα που οδηγεί άτομο το οποίο τελεί υπο την επίρροια αλκοόλ ή/και ναρκωτικών (inherent and obvious risks, βλέπετε Dann v Hamilton [1939]  1 KB 509).

Στην απόφαση Morris v. Murray [1991] 2 Q.B. 6 CA, ο Ενάγοντας συμφώνησε να πετάξει με ένα φίλο του, για σκοπούς αναψυχής. Ο Ενάγοντας γνώριζε ότι εκείνο το απόγευμα ο Εναγόμενος είχε καταναλώσει αρκετό αλκοόλ. Το Δικαστήριο ομόφωνα έκρινε ότι υπό τις περιστάσεις ο Ενάγοντας γνώριζε τον κίνδυνο στον οποίο εθελούσια εξέθεσε τον εαυτό του.

Στην υπόθεση Cutler v United Dairies, ο Ενάγοντας προσπάθησε να ηρεμήσει ένα άλογο που αφινίασε και τραυτατίστηκε καθώς προσπαθούσε να το συγκρατήσει. Η αγωγή του για αποζημιώσεις δέν πέτυχε, αφού δέν υπήρχε κάποια ανάγκη ή καθήκον απο τον ίδιο να παρέμβει και ο κίνδυνος τραυματισμού ήταν εύλογα προβλέψιμος.  

Σύμφωνα με τα πιο πάνω, θα πρέπει να πληρούνται σωρευτικά τα ακόλουθα:

  1. Ο Ενάγοντας ελεύθερα (freely) και εθελούσια (willingly) έξέθεσε τον εαυτό του στον κίνδυνο ή/και ανέλαβε ή/και συμφώνησε να θέσει τον εαυτό του στον κίνδυνο,
  2. Ο Ενάγοντας είχε πλήρη γνώση της φύσης και της έκτασης του κινδύνου αυτού (full knowledge of the nature and extent of the risk, το κριτήριο είναι υποκειμενικό, βλέπετε Wooldridge v Sumner & Anor [1963] 2 QB 43)
  3. Ο Ενάγοντας εθελούσια παραιτήθηκε (αποποιείται κάθε δικαίωμα για διεκδίκηση αποζημιώσεων) από το οποιοδήποτε δικαίωμα του να διεκδικήσει αποζημιώσεις από τον Εναγόμενο για την ζημιά ή/και βλάβη που είχε υποστεί συνεπεία της έκθεσης του στον κίνδυνο (agreement to waive any claim for negligence).

Σημειώνεται ότι σε σχέσεις εργοδότη-εργοδοτούμενου, και διασωστών (βλέπετε Haynes v Harwood [1935] 1 KB 146 ) υπάρχει μεγαλύτερο βάρος απόδειξης (τεκμαίρεται δηλαδή ότι τέτοια ρίσκα δέν λαμβάνονται εθελοντικά και τέτοια πρόσωπα δέν παραιτούνται εθελοντικά απο το δικαίωμα τους να ισχυριστούν αμέλεια του Ενάγοντα. Η υπεράσπιση αυτή σπάνια εφαρμόζεται σε περιπτώσεις εργατικών ατυχημάτων, βλέπετε  Vassiliko Cement Works Ltd v. Stavrou).

Οι αθλητές που λαμβάνουν μέρος σε αγώνες υπέχουν καθήκον να επιδεικνύουν εύλογη επιμέλεια προς τους συναθλούμενους τους και δύνανται σε περίπτωση που προκαλέσουν ατύχημα και τραυματισμό άλλου συναθλούμενου τους να θεωρηθούν ένοχοι για αμέλεια, εάν ο τραυματισμός αυτός δέν είναι αποτέλεσμα κινδύνου στον οποίο ο συναθλούμενος εύλογα, μέσα στα πλαίσια του αγώνα, τεκμαίρεται ότι συγκατατέθηκε (another participant may be expected to have consented to).

Στην υπόθεση Condon v Basi [1985] 1 WLR 866, ο Ενάγοντας, ποδοσφαριστής  υπέστη κάταγμα στο κάτω άκρο του μετά απο κτύπημα (tackle) του Εναγόμενου (επίσης ποδοσφαιριστή) κατα την διάρκεια ποδοσφαιρικού αγώνα. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ενώ οι αθλητές τεκμαίρονται ότι έχουν αποδεχτεί τον κίνδυνο που αποτελεί εγγενές μέρος του αθλήματος, δέν τεκμαίρονται ότι αποδέχονται και συγκατατίθενται σε κινδύνους εκτός των κανόνων του παιχνιδιού (μή εύλογους κινδύνους).

Στην υπόθεση Nettleship v. Weston, [1971] 3 All E.R. 581, ο Δικαστής Lord Denning M.R., σημείωσε ότι η γνώση του κινδυνου δέν αρκει όπως ούτε και η εθελοντική υποβολή στον κίνδυνο, αλλά χρειάζεται να υπάρχει και η πρόθεση του Ενάγοντα να παραιτηθεί απο το δικαίωμα του να καταγγείλει τον Εναγόμενο για αμέλεια. Ο Ενάγοντας πρέπει έμμεσα ή άμεσα να συμφωνήσει ότι θα παραιτηθεί απο το δικαίωμα του να κινηθεί εναντίον του Εναγόμενου.

Συγκεκριμένα, λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής απο τον Δικαστή Lord Denning:

Knowledge of the risk of injury is not enough. Nothing will suffice short of an agreement to waive any claim for negligence. The plaintiff must agree expressly or impliedly to waive any claim for any injury that may befall him due to the lack of reasonable care by the defendant: or more accurately due to the failure by the defendant to measure up to the duty of care which the law requires of him” (η υπογράμμιση είναι δική μου).

Στην Vassiliko Cement Works v. Christos Stavrou, (1978) 1 C.L.R. 389, λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής: –

” In order to establish the defence the plaintiff must agree to waive any claim that he may have to injury that may befall him due to lack of reasonable care on the part of the defendants. Knowledge or willingness to take the risk will not substantiate the defence of volenti.».

Τονίζεται ότι η υπεράσπιση αυτή δεν εφαρμόζεται σε αγωγή για αδίκημα που οφειλόταν στην μη εκπλήρωση υποχρέωσης που επιβάλλεται στον εναγόμενο από Νόμο (νομοθέτημα).

Τα πιο πάνω δέν αποτελούν νομική συμβουλή.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

%d bloggers like this: